Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
17 / 6 / 2024

Έτυχε να διαβάζω πρόσφατα κάτι άρθρα – και ελληνικά και ξένα – που αναρωτιούνται για τις επιπτώσεις στην Οικονομία από τις αυξήσεις των μισθών. Και πραγματικά μ’έχουν κάνει κι εμένα να αναρωτηθώ για το θέμα, καθώς και να απορήσω με κάποιες λογικές.

Και θα μου πεις τώρα: συγγραφέας φαντασίας είσαι· τι ασχολείσαι με τέτοια πράγματα; Όμως τυχαίνει να έχω σπουδάσει και οικονομικά – αλλά γάμα το αυτό, δεν έχει σημασία. Δεν χρειάζεται να έχεις σπουδάσει τίποτα· το μόνο που χρειάζεται είναι να παρατηρείς και να σκέφτεσαι με καθαρή σκέψη. Δεν είναι τόσο σπουδαίο να δεις ότι 1 και 1 κάνει 11.

Αν και η καρδιά μου μου λέει ότι, ναι, φυσικά και οι μισθοί πρέπει να αυξηθούν (και όντως πρέπει), η λογική μου μου λέει ότι αυτό δεν θα λύσει κανένα οικονομικό πρόβλημα σε τούτη τη χώρα, αλλά ίσως και να το επιδεινώσει.

Γιατί; Διότι σκέψου τι θα γίνει αν οι μισθοί αυξηθούν ενώ όλα τα άλλα δεδομένα της οικονομίας (η οποία πάει χάλια, όπως όλοι ξέρουμε) μείνουν σταθερά, ή χειροτερέψουν κιόλας.

Όταν ένας επιχειρηματίας πρέπει να πληρώσει περισσότερο τους υπαλλήλους, τι θα κάνει;

Αν έχει γενικό κέρδος, φυσικά και απλά θα τους πληρώσει – τόσο και περισσότερο. Γιατί όχι; (Εκτός αν είναι αισχροκερδής.) Αλλά αυτή, στην Ελλάδα, δεν είναι η περίπτωσή μας συνήθως. Συνήθως ο επιχειρηματίας δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα μετά από όλα τα κόστη. Οπότε, αν πρέπει να πληρώσει επιπλέον για τους υπαλλήλους, τι θα κάνει; Εσύ τι θα έκανες;

Ένα ενδεχόμενο είναι ότι θα κρατούσες λιγότερους υπαλλήλους. (Και το έχω δει να συμβαίνει αυτό σε μινιμάρκετ κατά την περίοδο του κορονοϊού. Είχε δύο υπαλλήλους και μετά είχε έναν.)

Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι ότι θα δεχόσουν να βγάζεις λιγότερα χρήματα από τους υπαλλήλους. (Και μου έχουν πει ότι και αυτό συμβαίνει πολύ συχνά – ο επιχειρηματίας να βγάζει, πχ, πιο λίγα από το γκαρσόνι το μήνα.) Κι αν έβγαζες πολύ λίγα χρήματα, η ΑΑΔΕ δεν θα σε πίστευε! Όπως στη δική μου περίπτωση (και συγνώμη για τους υβρισμούς σε αυτό το link, αλλά εσύ δεν θα ήσουν θυμωμένος αν σου έπαιρναν λεφτά χωρίς να βγάζεις;). Η ΑΑΔΕ θα σου έπαιρνε φόρο βάσει ενός αυθαίρετου κριτηρίου, υποθέτοντας ότι κλέβεις.

Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι ότι, ως επιχειρηματίας, θα κατέληγες να έχεις συνεχόμενη ζημιά, οπότε θα έκλεινες την επιχείρηση και, φυσικά, οι υπάλληλοι θα έχαναν τη δουλειά τους και θα έπρεπε να αναζητήσουν αλλού. Αλλά, αν αυτό συνέβαινε και σε άλλους επιχειρηματίες, τότε θα ήταν δύσκολο να βρουν δουλειά παντού...

Οπότε, έχουμε ένα φαύλο κύκλο.

Εκτός αν η Οικονομία γενικά πηγαίνει καλύτερα, μία αύξηση του βασικού μισθού δεν θα δημιουργήσει θετική διαφορά βάσει απλής λογικής.

Υπάρχει, βέβαια, κι ένας άλλος τρόπος να το σκεφτείς: ότι, αφού οι μισθοί θα αυξηθούν, θα αυξηθεί και η κατανάλωση, άρα και οι επιχειρηματίες θα βγάλουν πιο πολλά και θα μπορούν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις ενώ πληρώνουν και τους υπαλλήλους.

Πραγματικά, όμως, ποιος νομίζει ότι θα συμβεί αυτό; Ο μέσος Έλληνας ήδη αναστενάζει από τα πολλά έξοδα· μια μικρή αύξηση του μισθού δεν θα τον κάνει να αυξήσει την κατανάλωση τόσο πολύ ώστε να δημιουργηθεί αισθητή διαφορά στην Οικονομία. Είμαι βέβαιος γι’αυτό.

Και στη ρίζα του προβλήματος είναι το Κράτος.

Ειδικά από τότε που αυτή η κυβέρνηση έχει αναλάβει, τα πάντα ανεβαίνουν ραγδαία από άποψη φόρων και προστίμων. Κι ας έρθει ο οποιοσδήποτε να το αμφισβητήσει αυτό αν μπορεί.

Επί ΣΥΡΙΖΑ είχε μπει το απαράδεκτο τέλος επιτηδεύματος (το οποίο, εκτός των άλλων, είναι αντισυνταγματικό). Λέγαμε τότε ότι αν έρθει φιλελεύθερη κυβέρνηση, όπως (κακή ώρα) η ΝΔ, το τέλος επιτηδεύματος θα εξαφανιστεί. Αλλά δεν εξαφανίστηκε· αυξήθηκε. Και αυξήθηκε και ο ΕΦΚΑ, αντί να μειωθεί – και είναι υποχρεωτικό να τον πληρώνεις. Δεν είναι μια προαιρετική ασφάλιση· είναι μια έμμεση φορολογία, που σου λέει ότι δήθεν σου προσφέρει κάτι. Και θα σου δώσει σύνταξη στα 70 – δηλαδή, θα έχεις αρκετό χρόνο ίσα-ίσα για να πάρεις μέτρα για την κάσα σου και να την πληρώσεις με τα λεφτά του ΕΦΚΑ...

Κατευθείαν, λοιπόν, ο επιχειρηματίας στην Ελλάδα πρέπει να τρώει στη μάπα «τέλος επιτηδεύματος» και υποχρεωτική ασφάλιση (δεν έχει να μη θέλεις! πίστεψέ με θέλεις!). Αυτό είναι κατευθείαν ένα αρκετά βαρύ κόστος για μια μικρή επιχείρηση. Είναι στα όρια τού να μπορείς να το αντέξεις αν έχεις μια μικρή επιχείρηση χωρίς βασικό σκοπό το κέρδος.

Και τώρα έκαναν τα πράγματα ακόμα χειρότερα βάζοντας το «τεκμαρτό» στη μέση, το οποίο είναι ένα αυθαίρετο πόσο για το πόσο «θα έπρεπε» να έχεις καθαρό κέρδος – και σε φορολογεί ανάλογα, ακόμα κι αν δεν έχεις καθόλου κέρδος.

Με όλα αυτά τα κόστη, κάνω την εξής ερώτηση: Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να έχει, ας πούμε, έναν μικρό εκδοτικό οίκο που βγάζει κανένα βιβλίο μια στο τόσο (δηλαδή, περισσότερα βιβλία απ’ό,τι έβγαζα εγώ προτού το κλείσω) και να έχει – ίσως – ένα ελάχιστο κέρδος;

Η απάντηση: δεν μπορεί να έχει μια τέτοια μικρή ατομική επιχείρηση. Πρακτικά, απαγορεύεται.

Συγχαρητήρια στην κυβέρνηση! Έχει απαγορεύσει τις μικρές επιχειρήσεις, ή τις επιχειρήσεις που έχουν μερική λειτουργία ή μικρή λειτουργία.

Το πώς αυτό μπορεί να είναι θετικό για την Οικονομία, πραγματικά με κάνει να απορώ. Αφού πάρα πολλές επιχειρήσεις απλά θα κλείσουν αντί να δεχτούν να πληρώνουν συστηματικά τέτοια απάνθρωπη φορολογία.

Δεν θα ήταν καλύτερα να έχεις ανοιχτές κάποιες επιχειρήσεις που είναι, έστω, εν δυνάμει κερδοφόρες αντί να τις κλείσεις και να τις κάνεις να μην υπάρχουν; Πώς θα δώσουν φόρο όταν δεν υπάρχουν; Πώς θα δημιουργήσουν κίνηση μέσα στην Οικονομία; Αυτό είναι ηλίθια στρατηγική από ανόητους στρατηγούς – ή απατεώνες.

Με όλα όσα βλέπω εγώ, ένα συμπέρασμα βγάζω: δεν προσπαθούν να κάνουν το 1 και το 1 να δώσει 11. Αυτές οι τακτικές που ακολουθούν είναι τακτικές που ακολουθείς αν απλώς θέλεις να αρπάξεις στα γρήγορα όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα από όσο το δυνατόν περισσότερους επιχειρηματίες, αναγκάζοντας συγχρόνως επίσης όσο το δυνατόν περισσότερους να χρεοκοπήσουν... ώστε, μετά, να γίνει τι; Σίγουρα όχι καμιά βελτίωση της Οικονομίας. Τότε είναι η ώρα να πάρεις τα λεφτά που έχεις μαζέψει και να εγκαταλείψεις το πλοίο που έχει αρχίσει να βουλιάζει.

Κι αν υπάρχει κανένας που να μπορεί να δώσει άλλη εξήγηση σ’αυτά που συμβαίνουν, πραγματικά έχω την περιέργεια να τη διαβάσω.

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]